Η ζωή του Ιπποκράτη
Στην Κεντρική Πλατεία της Κω, ένας πανύψηλος πλάτανος υψώνεται αλύγιστος στο πέρασμα των αιώνων. Κάτω από αυτόν ο Ιπποκράτης, ο επονομαζόμενος Μέγας και πατέρας της Ιατρικής, δίδασκε την πρώτη επιστημονική Ιατρική. Εκατοντάδες περιηγητών επισκέπτονται καθημερινά και θαυμάζουν το παμπάλαιο δένδρο, ενώ οργανωμένες ομάδες επιστημόνων από τα πέρατα του κόσμου προσέρχονται ευλαβικά για να αποτίσουν φόρο τιμής στον πατέρα της Ιατρικής.
Η ζωή του Ιπποκράτη, γράφει ο Γαληνός, δεν μας είναι γνωστή με πολλές λεπτομέρειες. Γεννήθηκε στην Κω και πιθανότατα στην παλιά πρωτεύουσα του νησιού, την Αστυπάλαια κοντά στη σημερινή Κέφαλο γύρω στο 460 π.Χ. Κατά τον Ύπαρχο των Περσών, ο Ιπποκράτης ήταν Δωριεύς.
Ο Ποδαλείριος, γιος του Ασκληπιού, παντρεύτηκε τη Σύρνα κόρη του βασιλιά Καρίας και Νισύρου Δαμαίθου και εγκαταστάθηκε στην Κω. Απέκτησαν ένα γιο, τον Ιππόλοχο στον οποίο ο πατέρας του δίδαξε την Ιατρική. Μακρινός απόγονός του υπήρξε ο Ιπποκράτης. Ο παππούς του - Ιπποκράτης κι εκείνος - ήταν πρωθιερέας του Ασκληπιείου της Κω και περίφημος γιατρός.Ο πατέρας του Ηρακλείδης υπήρξε άριστος γιατρός και διακεκριμένος ιερέας του Ασκληπιείου. Η μητέρα του Φαιναρέτη - κατ’ άλλους Πραξιθέα - ήταν απόγονος του Ηρακλή. Το όνομα της γυναίκας του Αβλαβία περιλαμβάνεται μόνο σε μια ανώνυμη βιογραφία του Ιπποκράτη στη Λατινική Γλώσσα. Περισσότερο βέβαια γνωστά θεωρούνται τα ονόματα των γιων του Θεσσαλού και Δράκοντα, καθώς και του γαμβρού του Πόλυβου.
Ο Ιπποκράτης ήταν μικρού αναστήματος με κοντά γένια και παχιά μύτη. Σε πολλές παραστάσεις παρουσιάζεται με μάλλινο σκούφο στο κεφάλι. Μερικοί υποστηρίζουν ότι αυτό αποτελούσε ένδειξη ευγένειας, άλλοι όμως αναφέρουν ότι χρησιμοποιούσε σκούφο για λόγους ευπρέπειας, επειδή ήταν φαλακρός κι άλλοι υποστήριζαν ότι ο σκούφος αποτελούσε απόδειξη της αγάπης του για τα ταξίδια. Το πιθανότερο όμως είναι ότι η κάλυψη της κεφαλής έδειχνε ότι ο Ιπποκράτης ήταν μύστης στα Ελευσίνια μυστήρια.
Πρώτος του δάσκαλος λέγεται ότι υπήρξε ο πατέρας του και σύμφωνα με κάποιους βιογράφους ο παππούς του. Έμαθε πολλά από το Ασκληπιείο της Κω, αλλά και από άλλους δασκάλους και οδηγητές του, όπως τον Ηρόδικο, το Γοργία, το Λεοντίνο και τον Δημόκριτο τον Αβδηρίτη. «Μαθητής γέγονεν Ηρακλειδα του ίδιου πατρός, είτα Ηροδικου κατά δε τινας και Γοργιου του Λεοντινου ρητορος, φιλόσοφου δε Δημοκρίτου Αβδηριτου», γράφει ο βιογράφος του Σωρανός. Σχετικά με τον Δημόκριτο λέγεται ότι ο Ιπποκράτης τον γιάτρεψε από τη «Μανία», ένα ψυχικό νόσημα. Ο Κοραής γράφει ότι κάποτε ο Ιπποκράτης προσκλήθηκε από τον Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη για να θεραπεύσει το στρατό του από βαριά επιδημία προσφέροντάς του πολύ χρυσάφι και μεγάλες τιμές. Εκείνος όμως αρνήθηκε και προτίμησε τους ομογενείς Έλληνες «και μεταξύ τούτων όχι τους πλουσίους αλλά πτωχών κωμών πτωχούς κάτοικους, εις τοις οποίους πολλι κις εδιδεν αυτός χρηματικην βοηθειαν, αντί να λάβει παρ αυτών τον δίκαιον του κόπου του μισθον».
Στη βιογραφία του Σωρανού ανήκουν και τα της θεραπείας του βασιλιά της Μακεδονίας Περδίκκα του Β΄, ο οποίος θεωρούνταν ως φθισικός και έπασχε από βαθιά μελαγχολία. Η ασθένειά του όμως οφείλονταν στον παράφορο κρυφό έρωτα που αισθανόταν προς την Παλλακίδα του Πατέρα του. Ο Ιπποκράτης πέτυχε τη σωστή διάγνωση μελετώντας τις αλλαγές της έκφρασής του, κάθε φορά που αντίκριζε την ποθητή γυναίκα. Τον απάλλαξε από το πάθος του και κέρδισε την εύνοιά του.
Στην ολοκλήρωση της επιστημονικής του κατάρτισης συνέβαλαν ασφαλώς και τα ταξίδια του. Ορισμένοι μελετητές στηριζόμενοι σε χωρία του έργου της Ιπποκρατικής συλλογής, υπολογίζουν ότι περιήλθε Χώρες και των τριών ηπείρων. Επισκέφθηκε τη Σκυθία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη, τη Θράκη, την Προποντίδα, τη Θάσο, τη Δήλο, τη Θεσσαλία, την Αθήνα που τη βοήθησε να αντιμετωπίσει το φοβερό λοιμό στα πρώτα χρόνια του πελοποννησιακού πολέμου, πράγμα που αμφισβητείται από κάποιους μελετητές του.
Ο ίδιος βιογράφος αναφερόμενος στις λαμπρές τιμές που του απένειμαν οι πολίτες διαφόρων πόλεων, γράφει ότι οι Αθηναίοι «τοις Ελευσίνιος εμυησαν και πολιτην εγραψαν και την εν Πρυτανειω σιτησιν εδοσαν εις εκγονους».
Σκοπός του, όπως αναφέρει ο Σωρανός ήταν να δει από κοντά τα συμβαίνοντα σε άλλες χώρες και να εξασκηθεί καλύτερα στην τέχνη του. Ήθελε να γνωρίσει τη φύση και τις κλιματολογικές συνθήκες διαφόρων τόπων, να μελετήσει τις ενδημικές ασθένειες, τον τρόπο διαβίωσης των κατοίκων, την επίδραση του περιβάλλοντος και να μάθει τις παρατηρήσεις κι άλλων ανθρώπων. Ο Αδαμάντιος Κοραής γράφει: «Μη αρκουμενος εις τους πινακας της πατριδος του, περιηλθε και των αλλων πολεων τα Ασκληπιεια, με σκοπον να ερευνηση και τους πινακας εκεινων, και απο ζωσης φωνης να μαθη τας παρατηρησεις των ιερεων. Ως φιλοσοφος εβαλεν την τοσην υλην εις ταξιν». Κατά την άποψη του ίδιου, η δόξα του Ιπποκράτη δεν οφείλεται μόνο στη σοφία, αλλά και στην υποδειγματική αρετή τόσο κατά την άσκηση και διδασκαλία της ιατρικής, όσο και στη ζωή του.
Αφού πέρασε δώδεκα χρόνια ταξιδεύοντας, γύρισε στην Κω, όπου ανέλαβε την ιατρική σχολή. Μεγαλώνει τις αίθουσες νοσηλείας του Ασκληπιείου, εισάγει νέες θεραπευτικές μεθόδους, απλοποιεί τις θρησκευτικές διατυπώσεις και διακηρύσσει το νέο του ιατρικό «πιστεύω». «Ο βιος βραχυς η τεχνη μακρα. Ο καιρος οξυς, η πειρα σφαλερη, η δε κρισις Χαλεπη», «Ωφελεειν η μη βλαπτειν», «Ιατρικη τεχνεων πασεων επιφανεστατη»
Σε προχωρημένη ηλικία έφυγε για τη Θεσσαλία, όπου και πέθανε σε ηλικία 104 ετών σύμφωνα με το βίο των Βρυξελλών γύρω στο 370 π.Χ. Ο τάφος του βρισκόταν μεταξύ Λάρισας και Γυρτώνας. Ένας θρύλος λεει ότι εκεί διέμεινε σμήνος μελισσών, των οποίων το μέλι είχε την ιδιότητα να θεραπεύει τις άφθες των παιδιών. Το μνημείο σώζονταν μέχρι το 2ο μ.Χ. αιώνα. Ο Άνθιμος Γαζής γράφει: «Ο τάφος αυτού μέχρι της σήμερον (1807) φαίνεται» μεταξύ των μνημάτων των Τούρκων «επάνω εις τον δρόμον» με κάποια επιγραφή, την οποία διάβασε, αλλά δεν μπόρεσε να αντιγράψει, γιατί τον είχαν περιτριγυρίσει παιδιά Τούρκων και έφυγε «λυπημένος και με στεναγμούς».
Το 1826 μετά από μια πλημμύρα ανακαλύφθηκε από χωρικούς λάρνακα, την οποία έσπευσαν να μελετήσουν οι εκεί λόγιοι Θ. Ανδρεάδης και Ι. Οικονομίδης. Στην πλάκα φαινόταν καθαρά το όνομα του Ιπποκράτη. Από το φόβο των Τούρκων αρκέστηκαν σε απλή έρευνα και παρακάλεσαν τον Νετσήπ-Μπέη, Τούρκο αλλά προστάτη των Χριστιανών, να διαφυλάξει την πλάκα, πράγμα που έγινε, ενώ τα ευρήματα της λάρνακας είχαν διαρπαγεί. Λέγεται ότι ένα χρυσό φίδι το πήρε ο φροντιστής του Νετσήπ-Μπέη και το πούλησε σε ένα χρυσοχόο και κάποια νομίσματα ένας άλλος Τούρκος. Το Μάρτιο του 1857 ο Λαρισαίος γιατρός Σαμαρτσίδης βρήκε στο σπίτι του Μπέη την επιτάφια πλάκα και τη δημοσίευσε σε ιατρικό περιοδικό εκδιδόμενο από τον πρώτο διδάκτορα της Ιατρικής Σχολής του Παν/μιου Αθηνών Α. Γούδα. Η επιγραφή είχε ως εξής:
… ΙΠΠΟΚΡΑΤ… ΚΩ… ΑΓΛΑΟΦ…
……… ΣΩΜΑ……….
ΠΟΛΕΙ….. ΜΕ……… ΤΕΛΕΣΦ…
ΑΓΑΘΗ…. ΑΡΕ….ΕΝΕΚΑ…
……… ΧΡΗΣΤ….. ΧΑΙΡΕ.
Επίσης, όπως γράφει ο Σαμαρτσίδης βρήκε και τη λάρνακα. Η είδηση προκάλεσε συγκίνηση μεταξύ των ιατρών όλου του κόσμου και ιδιαίτερα μετά τη μετάφραση στη Γαλλική και αναδημοσίευση της ανακοίνωσης Σαμαρτσίδη από τον Rene Briau.Είναι γνωστό ότι η μεγάλη δόξα και ο θαυμασμός πολλές φορές οδηγούν στις συκοφαντίες και τις κακοήθειες. Η πρωτοποριακή διδασκαλία του Ιπποκράτη τάραξε την ηρεμία των μάγων θεραπευτών και καπήκων της Ιατρικής. Οι διαφορές και η αντιζηλία μεταξύ της Σχολής της Κω και της Σχολής της Κνίδου έδιναν συχνά αφορμές για διατύπωση κατηγοριών και δυσμενών σχολίων από τους οπαδούς τους. Κάποιος άσημος ιατρός Ανδρέας ο Καρύστης (;), έγραψε ότι ο Ιπποκράτης έκαψε το αρχείο της Κνίδου. Όμως ο ίδιος ήταν ένας από τους θεραπευτές εκείνους που πίστευαν στις μαγείες και τις δεισιδαιμονίες, οπότε είχε κάθε λόγο να τον μισεί. Ο Ρωμαίος Πλίνος ο πρεσβύτερος αναφέρει την πυρπόληση του ναού του Ασκληπιού, αλλά αυτό δε σημαίνει υποχρεωτικά ότι η ασεβής πράξη έγινε από τον Ιπποκράτη. Όπως σημειώνει ο Αδαμάντιος Κοραής η παρανόηση προέρχεται από την παρανόηση κάποιας φράσης. Κατά τον 11ο αιώνα ο Ιωάννης Τζέτζης γράφει ότι ο Ιπποκράτης έκαψε την Ιατρική βιβλιοθήκη. Σύμφωνα με τους παραπάνω συκοφάντες αυτός ήταν ο λόγος που ο μέγας γιατρός έφυγε από την Κω. Όμως δεν μπόρεσαν να γίνουν πιστευτοί και να αμαυρώσουν το κύρος και την αξία του Μεγάλου ανδρός.